Η Βούλα Παπαϊωάννου γεννήθηκε στη Λαμία, το 1898, αλλά μεγάλωσε στην Αθήνα. Με τη φωτογραφία ασχολήθηκε από τα μέσα της δεκαετίας του 1930 φωτογραφίζοντας αρχαιότητες και τοπία της Αττικής για λογαριασμό φορέων όπως το Αρχαιολογικό Μουσείο. Με το ξέσπασμα του Πολέμου ξεκίνησε να απεικονίζει τη ζωή στην Αθήνα, ενώ κατά τη διάρκεια της Κατοχής φωτογράφισε κρυφά σκηνές από τα νοσοκομεία και από τον λιμό της Αθήνας. Οι φωτογραφίες της, χάρη στην ελβετική επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού, δημοσιεύτηκαν στην Ευρώπη συμβάλλοντας στο σπάσιμο του αποκλεισμού του Πειραιά. Στην Κατοχή, επίσης, η Παπαϊωάννου, με τη βοήθεια του Γιάννη Κεφαλληνού, κυκλοφόρησε σε μόλις τέσσερα αντίτυπα το «Μαύρο Λεύκωμα», που περιλάμβανε 83 φωτογραφίες με παιδιά και ενήλικες σκελετωμένους από την ασιτία. Όμως, όπως σημειώνει ο φωτογράφος Πλάτων Ριβέλλης, «Το να φωτογραφίζεις τη δυστυχία ως δυστυχία είναι εύκολο. Σκοπός της τέχνης είναι να βάζεις στην απελπισία μια νότα αισιοδοξίας. Η Βούλα Παπαϊωάννου το έκανε μ' έναν ενστικτώδη τρόπο». Μετά τον Πόλεμο, η Παπαϊωάννου ανέλαβε τη διεύθυνση του φωτογραφικού τμήματος της UNRA συλλαμβάνοντας με το φακό της τη μεταπολεμική Ελλάδα. Σταμάτησε να φωτογραφίζει περί τα μέσα της δεκαετίας του 1960 και αργότερα δώρισε το σύνολο του έργου της στο Μουσείο Μπενάκη. Πέθανε στην Αθήνα το 1990.