Την άνοιξη του 1940, μετά από είκοσι ένα χρόνια παραμονής στο Παρίσι, ο Θανάσης Απάρτης επέστρεψε στην Ελλάδα λόγω του Πολέμου, και εγκατέστησε το εργαστήριό του στο Μετς. Έκτοτε, στα χρόνια της Κατοχής και λίγο αργότερα, το ατελιέ του λειτούργησε ως χώρος συνάντησης, συγχρωτισμού και, εντέλει, ως ένα ιδιότυπο διδασκαλείο για νεαρούς γλύπτες. Εκεί σύχναζαν, μεταξύ άλλων, οι λίγο μεγαλύτεροι Γιώργος Ζογγολόπουλος, Κλέαρχος Λουκόπουλος, Χρήστος Καπράλος, Μέμος Μακρής, οι νεότεροι Ναταλία Μελά, Κώστας Κλουβάτος, Φιλόλαος Τλούπας (Philolaos), αλλά και νεαροί μαθητές της γλυπτικής, όπως ο Νέστορας Παπανικολόπουλος. Όλοι τους επηρεάστηκαν από το παράδειγμα του Απάρτη, δεδομένου ότι ο Σμυρνιός καλλιτέχνης έφερνε στην Αθήνα το πνεύμα των γλυπτικών αναζητήσεων του μεσοπολεμικού Παρισιού.
Ο Θανάσης Απάρτης γεννήθηκε το 1899 στη Σμύρνη, σπούδασε γλυπτική κοντά στον Αντουάν Μπουρντέλ (μαθητή του Ροντέν), ενώ συνδέθηκε και με τον γλύπτη Σαρλ Ντεσπιώ. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, ανέλαβε την εκτέλεση σημαντικών μνημείων, δίδαξε στο Αθηναϊκό Τεχνολογικό Ινστιτούτο και το 1961 εκλέχτηκε καθηγητής γλυπτικής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Πέθανε στην Αθήνα το 1972.