Το 1959 στην πέμπτη Μπιενάλε του Σάο Πάολο τον τόνο έδινε η προβολή της αφηρημένης τέχνης. Την Ελλάδα εκπροσώπησαν, μεταξύ άλλων, η ζωγράφος Ελένη Σταθοπούλου, ο χαράκτης Κώστας Γραμματόπουλος, οι γλύπτες Κλέαρχος Λουκόπουλος και Φρόσω Ευθυμιάδη-Μενεγάκη. Η τελευταία τιμήθηκε με το «Medalla de Honor» (Μετάλλιο), για το έργο της Πουλί. «Το “πουλί” είναι ένα γλυπτό μεγάλης αξίας... Αυτά τα τρία τόξα με τις διαφοροποιημένες ελλειπτικές τροχιές τους, που συγκρατούν το έργο, είναι μια σύνθεση “διαστημική”, του όντος μέσα στο σύμπαν, που της αξίζει να διεκδικεί μια από τις πιο ψηλές θέσεις στη σύγχρονη γλυπτική», έγραφε τότε ο Juan Zocchi, διευθυντής του Μουσείου Καλών Τεχνών του Μπουένος Άιρες.
Η Ευθυμιάδη-Μενεγάκη γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1916, σπούδασε κεραμοπλαστική στη Σχολή Εφαρμοσμένων Τεχνών της Βιέννης (1930-1933) και το 1945-1946 γλυπτική με τον Μαρσέλ Ζιμόν στο Παρίσι. Μεταξύ 1947-1949 έζησε στην Αργεντινή, ενώ το διάστημα 1953-1967 ταξίδεψε σε χώρες της Αφρικής και της Ασίας, μελετώντας την τέχνη τους. Αν και στο πρώιμο έργο της εργάστηκε κυρίως στον πηλό, απεικονίζοντας ζώα, από το 1955 και εξής, εργάστηκε με το μέταλλο φιλοτεχνώντας αφαιρετικές συνθέσεις και δίνοντας έμφαση στην έννοια της κίνησης. Πέθανε στην Αθήνα το 1995, κληροδοτώντας το σύνολο του έργου της στην Εθνική Πινακοθήκη.